Η επιθυμία να ληφθούν πληροφορίες για ανατομικές δομές με μη επεμβατικό τρόπο, έγινε πραγματικότητα με την ανακάλυψη των ακτίνων Χ, το 1895 από το Γερμανό φυσικό Wilhelm Conrad Roentgen. Η ανακάλυψη αυτή αποτέλεσε τη γέννηση της Ακτινολογίας.
Η Οδοντιατρική Ακτινολογία ξεκίνησε αμέσως μετά την ανακάλυψη των ακτίνων Χ, όταν ο Γερμανός Οδοντίατρος Otto Walkoff, έλαβε το πρώτο οδοντιατρικό ακτινογράφημα από το ίδιο του το στόμα, χρησιμοποιώντας τις καινούργιες ακτίνες και έναν γυάλινο ανιχνευτή, με χρόνο έκθεσης 25 ολόκληρα λεπτά.
Αν και η τεχνολογία έχει αναπτυχθεί δραματικά σε όλα αυτά τα χρόνια, οι βασικές αρχές εξακολουθούν και παραμένουν οι ίδιες. Μια πηγή ακτίνων Χ χρησιμοποιείται για να δημιουργήσει τις ακτίνες Χ, οι οποίες διέρχονται από τους ιστούς, και η εξασθενημένη ακτινική δέσμη καταγράφεται από έναν ανιχνευτή και έτσι δημιουργείται η ακτινογραφική εικόνα.
Ευτυχώς με την πάροδο τον χρόνων η εμφάνιση των ακτινογραφικών εικόνων βελτιώθηκε σημαντικά εξαιτίας της προόδου που επιτεύχθηκε στους ανιχνευτές εικόνας – υψηλής ευαισθησίας φιλμ, ψηφιακοί αισθητήρες- και στην ανάπτυξη της τεχνολογίας.
Σημαντικός σταθμός στην Οδοντιατρική Ακτινολογία αποτέλεσε η εισαγωγή της Πανοραμικής Ακτινογραφίας το 1948 από το Φιλανδό Paatero. Αποδεδειγμένα η πανοραμική ακτινογραφία θεωρείται η πλέον χρήσιμη τεχνολογική εξέλιξη στην Οδοντιατρική Ακτινολογία στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα .
Η πανοραμική ακτινογραφία αποτελεί την πλέον χρήσιμη ακτινογραφική εξέταση στην καθημερινή οδοντιατρική πράξη για τον πλήρη έλεγχο του οδοντικού φραγμού. Είναι η μοναδική ακτινογραφική τεχνική που δίνει τη δυνατότητα στον Οδοντίατρο να δει σε μια εικόνα όλα τα δόντια και τα οστά τόσο της άνω και της κάτω γνάθου ταυτόχρονα. Αν και ο τρόπος λήψης της είναι αρκετά απλός και πραγματοποιείται, με μια πλήρη περιστροφή του μηχανήματος γύρω από το κεφάλι του εξεταζόμενου σε χρόνο περίπου 10 δευτερολέπτων με τα σύγχρονα μηχανήματα, παραμένει μεγάλης σημασίας η ορθή τοποθέτηση του εξεταζόμενου. Η σωστή τοποθέτηση του εξεταζόμενου διασφαλίζει ακτινογραφήματα υψηλής διαγνωστικής αξίας, με τη χαμηλότερη δυνατή δόση ακτινοβολίας (ειδικά προγράμματα έκθεσης και για παιδιά).
Στη δεκαετία του 1990 και στις αρχές της δεκαετίας του 2000 η Ψηφιακή Απεικόνιση εδραιώθηκε και πήρε τα ηνία από την αναλογική. Τα μέσα καταγραφής έγιναν από φιλμ, ψηφιακοί αισθητήρες, καταρχήν για την ενδοστοματική απεικόνιση (1987) και κατόπιν για τις εξωστοματικές τεχνικές (1995), πανοραμική ακτινογραφία και κεφαλομετρική ακτινογραφία κυρίως.
Αν και οι εξωστοματικές απεικονιστικές τεχνικές έγιναν ψηφιακές παραμένουν οι περιορισμοί της δισδιάστατης απεικόνισης τρισδιάστατων δομών, των αλληλεπιθέσεων και της παραμόρφωσης. Ενώ η πανοραμική ακτινογραφία προσφέρει μεγάλο πλήθος πληροφοριών, δεν παρέχει καμία πληροφορία για τη τρίτη διάσταση.
Έτσι το 1999 εγκαινιάζεται μια καινούργια τεχνολογία, η Υπολογιστική Τομογραφία Κωνικής Δέσμης –Cone Beam Computer Tomography (CBCT ).
Aποτελεί μια απεικονιστική μέθοδο εκλογής για τη γναθοπροσωπική χώρα όταν απαιτούνται πληροφορίες για τη τρίτη διάσταση και απεικόνιση 1:1. Η απεικόνιση της τρίτης διάστασης συμπληρώνει τις πληροφορίες των απεικονιστικών προβολών δύο διαστάσεων όπως οπισθοφατνιακών, πανοραμικών και κεφαλομετρικών ακτινογραφημάτων, ξεπερνώντας τους περιορισμούς αυτών των εξετάσεων, κυρίως την αλληλεπίθεση των δομών και την παραμόρφωση της εικόνας.
Προσφέρει πολλά πλεονεκτήματα συγκρινόμενη με τη συμβατική υπολογιστική τομογραφία (CT) και την υπολογιστική τομογραφία πολλαπλών ανιχνευτών (MDCT), όπως μεγαλύτερη χωρική ανάλυση άρα μεγαλύτερη ευκρίνεια, μικρότερους χρόνους έκθεσης και χαμηλότερη δόση ακτινοβολίας για τον εξεταζόμενο.
Η απεικονιστική μέθοδος ΥΠΟΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΟΓΚΟΜΕΤΡΙΚΗΣ ΤΟΜΟΓΡΑΦΙΑΣ ΚΩΝΙΚΗΣ ΔΕΣΜΗΣ χρησιμοποιείται ευρέως σε όλα τα πεδία της οδοντιατρικής. Η διερεύνηση της ανατομίας, ο σχεδιασμός τοποθέτησης εμφυτευμάτων, ο προεγχειρητικός έλεγχος, η διερεύνηση παθολογίας, η ενδοδοντία, η περιοδοντολογία, η εξέταση της κροταφογναθικής διάρθρωσης, είναι ενδεικτικά μερικά από τα πεδία εφαρμογής της.
Η εξέταση περιλαμβάνει τρία στάδια, το στάδιο της λήψης, το στάδιο της επεξεργασίας και το στάδιο της γνωμάτευσης. Η διαδικασία λήψης της Υπολογιστικής Ογκομετρικής Τομογραφίας -CBCT είναι ίδια με αυτή της πανοραμικής ακτινογραφίας και γενικά είναι πολύ απλή, γρήγορη και ευχάριστη, και επίσης δεν χρειάζεται κάποια ιδιαίτερη προετοιμασία, πέραν της αφαίρεσης των μεταλλικών αντικειμένων και των ξένων σωμάτων από το κεφάλι και τον αυχένα του εξεταζόμενου.
Αν και η εξέταση ΥΠΟΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΟΓΚΟΜΕΤΡΙΚΗΣ ΤΟΜΟΓΡΑΦΙΑΣ ΚΩΝΙΚΗΣ ΔΕΣΜΗΣ αποτελεί ένα σπουδαίο βοήθημα για την ανίχνευση της τρίτης διάστασης και την παροχή τρισδιάστατων εικόνων, δεν αντικαθιστά τις κλασσικές οδοντιατρικές ακτινογραφικές εξετάσεις και θα πρέπει να χρησιμοποιείται ως ένα συμπληρωματικό εργαλείο σε συγκεκριμένες περιπτώσεις και να είναι αιτιολογημένη.
Έλλη Κατσώνη DDS, MSc
Εξειδίκευση στην Διαγνωστική και Ακτινολογία Στόματος
Επιστημονική Συνεργάτης ΕΚΠΑ, στη κλινική της Διαγνωστικής και Ακτινολογίας Στόματος της Οδοντιατρικής Σχολής Αθηνών.
Επιστημονικά υπεύθυνη τμήματος οδοντιατριακής απεικόνισης του ιατρικού διαγνωστικού κέντρου «Ιατρική Επίβλεψη»